ΣΤΙΧΟΙ

Ενυδρείο - 1991

Ζω σ’ ενυδρείου βυθό
Σε βαθυπράσινο φως
Σε βαθυπράσινο φως
Ζω σ’ ενυδρείου βυθό

Τίποτα δε μου ταιριάζει
Με όλα ανισορροπώ
Δίψα μου καίει το μυαλό μου
Βουλιάζω παρανοώ

Το μυστικό έχει χαθεί
Σ’ ένα ενυδρείο βαθύ
Σ’ ένα ενυδρείο βαθύ
Το μυστικό θα βρεθεί

Τίποτα δε μου ταιριάζει
Με όλα ανισορροπώ
Δίψα μου καεί το μυαλό μου
Βουλιάζω, παρανοώ

Αταίριαστος στο ενυδρείο
Φίλε, είσαι μέσα κι εσύ!
Έχουν σφραγίσει απ’ έξω.
Δε θα γλιτώσει η ψυχή.

Κλείστε τις πόρτες, το στόμα.
Κλείστε το φως στο βυθό.
Γάζες λευκές με τυλίγουν.
Πάει το βάσανο αυτό.

Νύχτα ντυμένη στα μαύρα
μ’ ένα βαθύ μυστικό.
Γύρω μου υπόγειο χάος
μ’ ένα ενυδρείο ουρλιαχτό.

Μαρία ακόμα σ΄ αγαπώ - 1991

Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ
εκπέμπω sos και περιμένω
συνταξιδιώτης με το φως
ένα παιδί κυνηγημένο

Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ
φυλλοροεί ο καιρός περνάει
δραπέτης απ’ το θάνατο
ένα παιδί που σ’ αγαπάει

Κλειστό παράθυρο η ζωή μου
σκόνη και άθροισμα λειψό
με πνίγει η ερημιά του ονείρου
κόβει το δρόμο μου στα δυο

Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ
εκπέμπω sos και περιμένω
συνταξιδιώτης με το φως
ένα παιδί κυνηγημένο

Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ
βυθίζομαι και τελειώνω
παράνομα στον κόσμο αυτό
ένα παιδί έξω απ’ το χρόνο

Κλειστό παράθυρο η ζωή μου
σκόνη και άθροισμα λειψό
με πνίγει η ερημιά του ονείρου
κόβει το δρόμο μου στα δυο

Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ
Μαρία ακόμα σ’ αγαπώ

Μην την πιστεύεις την αγάπη - 1991

Μην την πιστεύεις την αγάπη
στάζει παράπονο θολό
κυλάει εκεί κυλάει εδώ
και συ πιστεύεις την αγάπη

Έχει τον ήλιο στο `να χέρι
στ’ άλλο σκουριάζει τον καιρό
μας βάζει όλους στο χορό
και συ πιστεύεις την αγάπη

Θάλασσα είναι η αγάπη
κλεισμένη μέσα στην καρδιά
ειν’ η καρδιά μικρό καράβι
που η αγάπη κυβερνά

Μην την πιστεύεις την αγάπη
στάζει παράπονο θολό
κυλάει εκεί κυλάει εδώ
και συ πιστεύεις την αγάπη

Μωβ - 1991

Είναι το χρώμα που με τρελαίνει,
που με τρελαίνει.
Φτιάχνει στεφάνι στο πρόσωπό μου,
με σημαδεύει.

Πώς το φοβάμαι τέτοιο χρώμα,
πώς με μεθάει, πώς το μισώ,
πώς το μισώ!
Πώς νιώθω φόβο με τέτοιο χρώμα,
πώς με μεθάει, πώς το μισώ,
πώς το μισώ!

Πόθοι κλεισμένοι, φυλακισμένοι,
φυλακισμένοι.
Στο αίμα με πάθος μού φέρνουν δίψα,
μόνος καίγομαι.

Πώς νιώθω φόβο με τέτοιο χρώμα,
πώς με μεθάει, πώς το μισώ,
πώς το μισώ!

Το χρώμα σπάζει πάνω στην πέτρα,
μέσα στην άμμο.
Πάει στη μάνα, στο πένθος πάει,
με όλα ταιριάζει.

Πώς το φοβάμαι τέτοιο χρώμα,
πώς με μεθάει, πώς το μισώ,
πώς το μισώ!
Πώς νιώθω φόβο με τέτοιο χρώμα,
πώς με μεθάει, πώς το μισώ!
Πώς το αγαπώ αυτό το μωβ!

Να κλαις - 1991

Πώς να βγω από ένα κύκλο μαύρο
που ’χει τη ζωή μου χρωματίσει;
Στο βυθό με παίρνει και στη δύση,
δε μ’ αφήνει την τροχιά μου νά ’βρω.

Να κλαις πάνω στη σάρκα μου
και να ρωτάς τα μάτια μου
γιατί τα λάθη είναι πολλά
κι ο πόνος κλαίει σιωπηλά,
να ρωτάς.

Αχ, κι αυτή η νύχτα πώς με σφίγγει,
μπαίνω στο παιχνίδι της με ρίσκο.
Σε καλώ να ’ρθείς, μα δε σε βρίσκω
κι η κραυγή μου σπάει το λαρύγγι.

Πώς να βγω απ’ αυτή την αγωνία;
Μοιάζει να με κυνηγάνε τρένα.
Σκόρπια χρόνια, γυαλιά σπασμένα,
βαφτισμένα στην παρανομία..

Να ονειρεύομαι - 1991

Να ονειρεύομαι απ’ το παράθυρο να ταξιδεύω
να μπαίνω μέσα σου να καταστρέφομαι και να πεθαίνω

Η σωτηρία μου είναι ο θάνατος και το κορμί σου
να μπαίνω μέσα σου να καταστρέφομαι και να πεθαίνω

Να ονειρεύομαι απ’ το παράθυρο να ταξιδεύω
σ’ ένα πλατύ γιαλό στην εγκατάλειψη λευκού χειμώνα

Να αγγίζω το βυθό και να ξοδεύομαι γιατί το θέλω
σ’ ένα πλατύ γιαλό στην εγκατάλειψη λευκού χειμώνα

Να ονειρεύομαι απ’ το παράθυρο να ταξιδεύω

Η γύμνια λάμπει με του λευκού τη λάμψη
μαγεύει το θάνατο με το λευκό
απουσία κι όλα τίποτα, δαπάνη, γύμνια…

Να ονειρεύομαι απ’ το παράθυρο να ταξιδεύω
με τον έρωτα γύρω και το θάνατο κάτω απ’ τα μάτια

Ξόδεμα συνέχεια δεν υπάρχουν μάσκες
τ’ όνειρο είναι που μαγεύει

Ανοίγω…..ξημερώνει..

Σε χάνω - 1991

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω
κι ενώ βρίσκεσαι μέσα μου δε φαίνεσαι
στο πλάνο.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω,
χάθηκα στην οχλοβοή κι η θλίψη με παγώνει.
Κανάλια ψάχνω ύποπτα, το αλκοόλ με κάνει σκόνη.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω
κι ενώ βρίσκεσαι μέσα μου δε φαίνεσαι
στο πλάνο.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω,
όλα γυρίζουν κουρδιστά σε άσχημο παιχνίδι
το κέρινό σου ομοίωμα στο λούνα παρκ με πνίγει.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω
κι ενώ βρίσκεσαι μέσα μου δε φαίνεσαι
στο πλάνο.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω,
σπιρτόκουτα στις τσέπες μου μπουκάλια στο τραπέζι,
είναι το φιλμ αρνητικό κι ένας μονάχος παίζει.

Εκεί που πάω να σε συνηθίσω σε χάνω

Στη χώρα των ψυχών - 1991

Φώτα στη νύχτα τυφλώνουν την καρδιά μου
ήχοι σπασμένοι την άσφαλτο κυλούν
σκόνη καπνίζει πάνω απ’ τα όνειρά μου
μαύρες κορδέλες κρεμάω στα μαλλιά
και πάω για αλλού…

Ταξίδι στο βυθό στη χώρα των ψυχών
θάλασσα σκοτεινή που με φιλοξενεί
σαν φωτεινό νησί μέσα στην κόλαση.

Ταξίδι στο άπειρο στη χώρα των ψυχών
χορεύω θλιβερά στην επιφάνεια
τοπίο σε όνειρα θολά, παράνοια.

Φώτα στη νύχτα το πέρασμα κλεισμένο
σκόρπιες ίριδες κομμάτια σίδερα
και σταυροπόδι μονάχη περιμένω
κάποιο φορτίο που δε θα `ρθει
ποτέ στην αγορά…

Τρύπια τα λόγια και μουγκά
που σου τρυπάνε την καρδιά
στο διάστημα λευκή γραμμή
που σ’ οδηγεί στην παρακμή.

Φωτιά στη νύχτα, απορώ πώς δε μας είδες
σαν μαγνήτης μας τίναξες ψηλά
σπάσανε τζάμια γεμίσανε κηλίδες
κι όλα χαθήκανε σε θαυμαστή απουσία,
όλα θολά…

Ταξίδι στο βυθό στη χώρα των ψυχών
θάλασσα σκοτεινή που με φιλοξενεί
σαν φωτεινό νησί μέσα στην κόλαση.

Ταξίδι στο άπειρο στη χώρα των ψυχών
χορεύω θλιβερά στην επιφάνεια
τοπίο σε όνειρα θολά, παράνοια.

Φώτα στη νύχτα προσπάθεια τελευταία.
Μόλις που βλέπω, κάνω να σηκωθώ
μα ξαναπέφτω σε μια τροχιά μοιραία
κι όλα γυρίζουν μ’ έναν μηχανισμό εκρηκτικό.

Τρύπια τα λόγια και μουγκά
που σου τρυπάνε την καρδιά
στο διάστημα λευκή γραμμή
που σ’ οδηγεί στην παρακμή.
.

Τι πάθος - 1991

Τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου

Μην η αθωότητά μου είναι μέσα στη σιωπή
σ’ ένα θησαυρό χαμένο που γυρεύω μια ζωή
μην την ξόδεψα στα ζάρια μην την πήρε το κρασί
ίσως φταίει η βροχή που κλαίει με παράπονο κι οργή

Τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου

Χάνω την ισορροπία κι ο αέρας με τρυπά
φταίνε κι οι κραυγές των γλάρων σ’ ένα γκρίζο ορίζοντα
οι αποστάσεις με λυγίζουν δεν υπάρχει επιστροφή
ειν’ η αθωότητά μου μέσα στην καταστροφή

Τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
βραδιάζει κι αλλάζει το χρώμα τ’ ουρανού
τι πάθος βυθίζει σε πέλαγα το νου